Αλκιβιάδης: Συμπότες θα επιχειρήσω να εγκωμιάσω το Σωκράτη με παρομοιώσεις, όχι για να τον διακωμωδήσω, αλλά για να τον παρομοιάσω και παρουσιάσω αντικειμενικά. Μοιάζει ο περιγραφόμενος με τους Σιληνούς¹ που βρίσκουμε στα εργαστήρια των γλυπτών. Η ομοιότητα έγκειται στο ότι αν και εξωτερικά άσχημος, εσωτερικά έχει πλούσιο ψυχικό κόσμο. Αν ανοίξεις αυτή τη χοντροκομμένη κασέλα μέσα βρίσκεις αγάλματα θεών.
Ο Σωκράτης μοιάζει με το σάτυρο Μαρσύα². Ούτε εσύ Σωκράτη δεν αμφισβητείς ότι στην εξωτερική εμφάνιση μοιάζεις με σάτυρο. Μοιάζεις δε στο Μαρσύα και στην υπεροψία, παρουσιάζοντας μαστιγωτική ειρωνεία προς τους συνομιλητές σου των οποίων καυτηριάζεις την άγνοια. Επιπλέον Σωκράτη μοιάζεις με τον Μαρσύα επειδή αμφότεροι είστε αυλητές. Ο σάτυρος μάγευε τους ανθρώπους με τη γλυκιά μουσική που έπαιζε με τον αυλό, εσύ Σωκράτη μας μαγεύεις με τον άρτιο φιλοσοφικό σου λόγο. Όταν ακούμε κάποιον άλλο να αγορεύει, ακόμα και να είναι πολύ καλός ρήτορας, συνήθως μένουμε αδιάφοροι. Όταν όμως ο ακροατής ακούει εσένα ή κάποιο άλλο απλώς να επαναλαμβάνει τα λόγια σου, ενθουσιάζεται, μένει εκστατικός.
Αν δεν κινδύνευα να λοιδορηθώ επειδή
είμαι μεθυσμένος, θα έδινα και όρκο για να σας πείσω τι αναστάτωση έφεραν και
φέρουν ακόμα μέσα μου οι λόγοι του. Όταν ακούω τους βαθυστόχαστους στοχασμούς
του νιώθω μέγιστη συγκίνηση όπως οι μύστες στα μυστήρια των Κορυβάντων³.
Αναστατώνουμε από το βάθος των συλλογισμών του και ενίοτε τα δάκρυα μου κυλούν
ποτάμι. Η αναστάτωση αυτή δεν αφορά μόνο το άτομο μου γιατί και οι υπόλοιποι
ακροατές του, καθώς παρατήρησα, λίγο πολύ το ίδιο αντιδρούν. Όταν άκουα
τον Περικλή να μιλά, αντιλαμβανόμουν τη ρητορική του δεινότητα. Εντούτοις ο
λόγος του δεν μου έφερνε την αναστάτωση που μου φέρνει ο λόγος αυτού του
«Μαρσύα» της ρητορικής που με έκανε να
νιώθω πως δεν αξίζει να ζω στην κατάσταση της άγνοιας που βρίσκομαι. Και δεν μπορείς να πεις Σωκράτη ότι όλα αυτά
που λέω για σένα είναι υπερβολές. Αν ξαναγινόμουν μαθητής σου, δεν θα έμενα
αμέτοχος, θα με αναστάτωνες το ίδιο. Θα με έκανες να αισθανθώ τις ελλείψεις του
εαυτού μου και ότι αντί να αυτό-βελτιωθώ αναλώνομαι στην υπηρεσία των κοινών
υποθέσεων της πόλεως⁴. Είναι τα λόγια του μεθυστικά σαν το τραγούδι των
σειρήνων. Γι’ αυτό βουλώνω τα αυτιά μου, το βάζω στα πόδια τρέχοντας, για να
μην γεράσω πριν την ώρα μου, καθισμένος δίπλα του και ακούγοντας τη διδασκαλία
του.
Ο δάσκαλος μου, μόνος αυτός, με
έκανε να νιώθω συστολή απέναντι του που εκφράζεται με υπακοή στις διδαχές του.
Κανένας άλλος άνθρωπος δεν έχει καταφέρει να τιθασεύσει έτσι τον ατίθασο
χαρακτήρα μου. Όταν απομακρύνομαι από αυτόν η συστολή χάνεται και υποκύπτω στην
μεγάλη δημοτικότητα μου. Προσπαθώ λοιπόν να τον αποφύγω για να ζω μέσα στη
δημοτικότητα μου, όμως όταν τον δω νιώθω όπως ένα παιδάκι που έκανε αταξία μπροστά στο γονιό του. Τα
συναισθήματα μου γι’ αυτόν αλλοπρόσαλλα. Άλλοτε σκέφτομαι πως αν χανόταν από
τον κόσμο θα ήμουν χαρούμενος. Αν όμως η μοίρα μου τον στερούσε θα ήμουν πολύ
δυστυχισμένος. Δεν ξέρω λοιπόν τι να κάνω με αυτό τον άνθρωπο. Μαζί δεν κάνουμε
και χώρια δεν μπορούμε.
Αυτός ο «σάτυρος» με το γλυκύτατο λόγο του φέρνει το πλήθος των μαθητών του σε αυτή την κατάσταση εξάρτησης. Θα επιχειρηματολογήσω όμως περαιτέρω για να αποδείξω την απίστευτη, σχεδόν μαγική, δύναμη του λόγου του. Κανένας σας δεν έχει αντίληψη της προσωπικότητας αυτού του ανθρώπου. Ο Σωκράτης νιώθει έντονη ερωτική συγκίνηση για τους ωραίους νέους. Από την άλλη δηλώνει άγνοια
επί παντός επιστητού. Η συμπεριφορά του δείχνει ομοιότητα με τους σιληνούς. Εξωτερικά άσχημος και εσωτερικά καλλιεργημένος με το παραπάνω άνθρωπος. Ο ψυχικός του κόσμος διαθέτει πλούτο σωφροσύνης. Αδιαφορεί για τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του συνομιλητή του. Δεν δίνει δεκάρα αν είναι πλούσιος ή όμορφος. Ειρωνεύεται τον κόσμο με λεπτή ειρωνεία, προσποιούμενος άγνοια και ζητώντας γνώση από το συνομιλητή του για να φανερώσει την κολοσσιαία άγνοια αυτού που το παίζει ειδικός.
Ο εσωτερικός του κόσμος μοιάζει με
περίτεχνα αγάλματα. Όταν αφήσει να φανεί ο πλούτος της ψυχής του σε μαγεύει.
Δεν το κάνει συχνά, αλλά εγώ τα είδα σε μια σπάνια αποκάλυψη. Είναι ατόφια χρυσά, πεντάμορφα και μαγευτικά
που με έκαναν να νιώθω ότι πρέπει να εκτελώ κάθε εντολή του. Θεώρησα την σωματική ομορφιά μου ως δώρο εξ’
ουρανού, γιατί πίστεψα ότι το σωματικό μου κάλλος με έφερε κοντά του και μου
έδωσε την ευκαιρία να επωφεληθώ από τη διδαχή του. Πήγαινα κοντά του μόνος,
χωρίς το συνοδό μου δούλο. Όμως αυτός δεν εκμεταλλευόταν την ευκαιρία να με
κερδίσει σωματικά, αλλά με πολύωρη συζήτηση προσπαθούσε να μου διευρύνει τη
γνώση και την αντίληψη.
Σημειώσεις
1. 1. Ο
Σιληνός ήταν γιος του Πάνα ή του Ερμή. Ήταν άσχημος, με χοντρά χείλη, πλατιά
μύτη, κοιλαράς, συνήθως μεθυσμένος, με άγριες διαθέσεις, κάποτε όμως σοφός. Οι
Σιληνοί των γλυπτών ήταν κάτι σαν ξύλινες χοντροκομμένες ανθρωπόμορφες κασέλες
που τις χρησιμοποιούσαν για αποθήκευση μικρότερων αγαλμάτων.
2. 2. Ο
Μαρσύας ήταν σιληνός από τη Φρυγία που προκάλεσε τον Απόλλωνα να συναγωνιστούν
στη μουσική και ο νικητής να επιβάλει στον νικημένο όποια ποινή ήθελε. Ο
Απόλλωνας νίκησε και κρέμασε το Μαρσύα σε δέντρο και τον έγδαρε.
3. 3. Οι
μύστες έκαναν οργιαστικές τελετές προς τιμή της Κυβέλης, Θεάς της Φρυγίας, που
έφερε τον τίτλο μεγάλη μητέρα. Κατά την τέλεση των μυστηρίων της θεάς οι
μυημένοι έφταναν σε διονυσιακή έκσταση
4. 4. Έμμεση
ειρωνεία: Ο Αλκιβιάδης πριν βελτιώσει ικανοποιητικά τον εαυτό του κάνοντας
βίωμα τις διδαχές του δασκάλου του, βιάζεται να ακολουθήσει το στίβο της
πολιτικής.