Το αμετάβλητο του είναι, σε
αντιδιαστολή με το μεταβλητό της καθημερινότητας έχει το αντίστοιχο του στις
πλατωνικές ιδέες που είναι στατικές, ενώ τα υλικά αντικείμενα που αυτές αντιπροσωπεύουν
είναι μεταβλητά και φθαρτά. Για παράδειγμα, ένας συγκεκριμένος άνθρωπος ζει και
πεθαίνει, ενώ η ιδέα του ανθρώπου παραμένει αναλλοίωτη, όσο τουλάχιστον
υπάρχουν νόες που την νοούν.
Κάθε ιδέα είναι μοναδική. Αν και υπάρχουν πολλοί παπαγάλοι, η ιδέα
«παπαγάλος» είναι μόνο μία και τους περιλαμβάνει όλους. Στο διάλογο Μένωνας, ο
Πλάτωνας αναδεικνύει το σημείο αυτό,
βάζοντας το Σωκράτη να απευθύνει τα ακόλουθα στο συνομιλητή του:
« Μια που σε αυτά τα πολλά δίνεις ένα
και μοναδικό όνομα, και λέγεις ότι δεν
είναι κανένα από αυτά που δεν είναι σχήμα, κι ας είναι και αντίθετα
ανάμεσα τους, τι είναι αυτό που
περιλαμβάνει το στρογγυλό και το ευθύ που το ονομάζεις σχήμα και τα
περιλαμβάνει και τα δύο;» Μένων 74d4e2
|
Όπως όλες οι άλλες ιδέες, η ιδέα του σχήματος είναι μοναδική και αμετάβλητη
και μετέχει όλων των σχημάτων, όσο διαφορετικά ή αντίθετα φαίνονται. Έτσι ένα
ευθύγραμμο και ένα καμπυλόγραμμο σχήμα μετέχουν της ίδιας ιδέας, μαζί με
αναρίθμητα άλλα γεωμετρικά σκαριφήματα που ελάχιστα μοιάζουν μεταξύ τους. Η
Ελεατική επιρροή στον Πλάτωνα είναι φανερή, αν και πρέπει να εντοπίσουμε μια
διαφορά. Ενώ ο Αθηναίος φιλόσοφος θεωρεί ότι τα υλικά αντικείμενα μετέχουν της
ιδέας, σε κάποιο βαθμό και παρόλη τη μεταβλητότητα τους, από την άλλη οι
ανθρώπινες δοξασίες δεν μετέχουν στο Ον.
Ο Παρμενίδης δηλώνει την απόλυτη
διάσταση του είναι και του μη είναι. Δεν αφήνει καμιά υπόνοια
τομής μεταξύ μεταβλητού και αμετάβλητου κόσμου.
Εκτός της μοναδικότητας, μια
μεμονωμένη ιδέα είναι αιώνια, παρόλο που η αντίληψη της στα μυαλά των ανθρώπων
είναι ελλιπής και άρα μεταβαλλόμενη σε κάθε περίπτωση. Επιπλέον αποτελεί το
υπόδειγμα για να κρίνεις αν ένα αντικείμενο ανήκει σε αυτήν. Έτσι η ιδέα της ομορφιάς αυτονόητα είναι ωραία. Αν δεν ήταν
τότε ούτε ως ιδέα θα υπήρχε, ούτε ως
πρότυπο, αλλά ούτε και ως μέτρο για να κρίνουμε αν κάτι είναι ωραίο ή άσχημο
και σε ποιο βαθμό. Επιπλέον εξηγεί γιατί ένα μεμονωμένο αντικείμενο μετέχει σε
αυτή την ιδέα. Η εξήγηση θεμελιώνεται με λογικό, «Παρμενίδειο» θα λέγαμε τρόπο.
Ακόμα η απόδειξη της μετοχής του αντικειμένου θεμελιώνεται στην ιδέα και
όχι στη «μη ιδέα». Αποδεικνύουμε ότι το τετράγωνο είναι σχήμα γιατί έχει τα
χαρακτηριστικά του σχήματος (συνέχεια, περίμετρο, δύο διαστάσεις κλπ) και όχι
γιατί προέρχεται από κάτι ακαθόριστο που θα το ονομάζαμε μη σχήμα. Πίσω από
τους Πλατωνικούς διάλογους βλέπουμε συχνά τη σκιά του Παρμενίδη να τονίζει ότι
μόνο μια οδός γνώσης υπάρχει, αυτή του είναι.
Το είναι των Ελεατών αποτελεί
λοιπόν, σε πολλά σημεία του, τη βάση του Πλατωνικού κόσμου των ιδεών. Είναι
όμως ενιαίο, ενώ οι ιδέες πολλές. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί είτε ως το υπέρ-σύνολο
των ιδεών, μια υπέρ- ιδέα, που καλύπτει όλες τις άλλες, είτε ως η ιδέα της
ύπαρξης, που εξ’ ορισμού περιλαμβάνει καθετί πραγματικό.
Ο Πλάτωνας στο έργο του Παρμενίδης, αντιμετωπίζει τη φιλοσοφία του Ελεάτη
με κριτικό πνεύμα και λογική προσέγγιση. Η επίδραση του Ελεάτη είναι και εδώ
προφανής , εφόσον η λογική κρίση αποτελεί ουσιαστικό μέρος της διδαχής του. Στο
πρώτο μέρος του διαλόγου ο νεαρός Σωκράτης καλεί τον ηλικιωμένο Παρμενίδη να
προσδιορίσει επακριβώς το ενιαίο είναι.
Στο δεύτερο μέρος υπάρχει κυρίως η απάντηση του φιλοσόφου, η οποία απηχεί τις
περί του θέματος απόψεις του Πλάτωνα. Ο ιδρυτής της Ακαδημίας βλέπει κριτικά τη
θέση του Παρμενίδη για τη δυνατότητα του ανθρώπινου πνεύματος να κατακτήσει την
τελεία και οριστική γνώση. Ναι μεν δέχεται ότι άνθρωπος μπορεί να γνωρίσει. Η
γνώση του όμως δεν είναι ποτέ τελική και επιδέχεται συνεχώς βελτιώσεις. Είναι
αγώνας ατελεύτητος. Είναι δρόμος ανηφορικός στον οποίο συνεχώς ενεδρεύει ο
κίνδυνος του λάθους και κάθε νικηφόρο τέρμα είναι ταυτόχρονα μια νέα αφετηρία
νοητικής ανάβασης. Πρέπει λοιπόν η νόηση να βρίσκεται σε συνεχή εγρήγορση,
έτοιμη για αναθεωρήσεις και επεκτάσεις της υπάρχουσας γνώσης. Πρέπει το
ανθρώπινο πνεύμα να αποφεύγει το λήθαργο, τη στατικότητα, το δογματισμό.
Ο Πλάτωνας υποστηρίζει ότι το ανθρώπινο πνεύμα είναι δύσκολο να φτάσει σε
τελική απόφανση. Υπάρχει μόνο το είναι;
Μόνο το μηδέν; Και τα δύο; Είναι άραγε η ύπαρξη ενιαία ή πολλαπλή; Άπειρη ή
πεπερασμένη; Η αδυναμία δεν πρέπει να οδηγεί στην απαξίωση της νόησης ως
εργαλείου μάθησης. Πρέπει να επιμένουμε. Οφείλουμε να εμβαθύνουμε με νοητική
εντιμότητα και αρετή. Σημασία έχει ο δρόμος, το ταξίδι προς τη γνώση. Ευτυχώς
δε που δεν υπάρχει τέρμα, η αναζήτηση δεν τελειώνει ποτέ και το τέλμα της
αδράνειας δεν είναι ποτέ επιλογή για ένα ζωντανό νου.
Ο Γνωσιολογικός μηδενισμός οδηγεί το πλαδαρό ανθρώπινο πνεύμα στην αβουλία,
τη θρησκευτική πίστη, τον σκοταδισμό. Γι’ αυτό ο Πλάτωνας θεωρεί τη φιλοσοφική
αναζήτηση της αλήθειας ως αρετή. Η ταύτιση αρετής και αλήθειας απηχεί και τη
φιλοσοφική θέση του Σωκράτους.
Ο Πλάτωνας με τη φωνή του Σωκράτη φωτίζει επίσης τις διαφορές Παρμενίδη και
Ζήνωνος. Ο Παρμενίδης επικεντρώνεται στην ενότητα ως βασική ιδιότητα της ύπαρξης.
Υποστηρίζει ότι είναι φαινομενική η πολλαπλότητα. Ο Ζήνωνας δηλώνει ότι υπάρχει
ένα Ον και όχι ενιαία αντιμετώπιση της ύπαρξης. Τελικά οι δύο απόψεις
συγκλίνουν κατά τον Πλάτωνα. Υπάρχει ένα Ον και όχι πολλά, αφού τα πολλά θα
ήταν ταυτόχρονα διαφορετικά λόγω της πολλαπλότητας και όμοια λόγω της μετοχής
τους στο είναι πράγμα αντιφατικό.
Από τις απόψεις αυτές ο Πλάτωνας συγκροτεί τη θεωρία των ιδεών. Τα πολλά
επιμέρους όντα συγκροτούν μια ενιαία ιδέα που αντιπροσωπεύει τα όμοια και τα
διαχωρίζει από τα ανόμοια. Η φαινομενική πολλαπλότητα έτσι συγκροτείται από την
ενότητα σε επίπεδο ιδέας. Μπορούμε δε να νοήσουμε μια ιδέα τόσο γενική που να
περιλαμβάνει όλα τα όντα. Αυτή είναι η ιδέα της υπάρξεως. Τα επιμέρους υλικά
όντα μετέχουν της ιδέας και η ιδέα δίνει υπόσταση στα υλικά της αντίγραφα.
Ενότητα μέσα στην πολλαπλότητα και πολλαπλότητα που έχει την ενότητα στην ουσία
της. Η ιδέα μετέχει του είναι, ενώ
τα υλικά της αντίγραφα υπάρχουν στο βαθμό που μετέχουν της ιδέας. Τα πέραν του κόσμου των ιδεών ταυτίζονται με την «κατά
Παρμενίδη» δόξα.
Υπάρχουν ιδέες για όλα τα πράγματα; Μετέχουν αυτές σε όλα τα αντίστοιχα
αντικείμενα; Σε όμοιο ή διαφορετικό βαθμό; Ο Πλατωνικός Σωκράτης κατ’ αρχή το
απορρίπτει. Όμως ο Πλάτωνας με το στόμα του Παρμενίδη καταλήγει ότι:
«εν άρα το ον και ταυτόν εν πολλοίς και χωρίς ούσιν όλον άμα ενέσται και
ούτως αυτό αυτού χωρίς αν είη» Παρμενίδης 131b
|
Οι ιδέες είναι λοιπόν μια μετεξέλιξη του παρμενίδειου Όντος, ενώ ο υλικός κόσμος δεν αποτελεί παρά τη σκιά του νοητού. Η
ύλη κατά Πλάτωνα μοιάζει με τη δόξα, την αφερέγγυα γνώση των θνητών που
κτίζεται στην αίσθηση και όχι στη νόηση. Υπάρχουν ιδέες μερικές, περισσότερο ή
λιγότερο γενικές. Υπάρχουν τομές μεταξύ των ιδεών, ενώ όλα μπορούν να υπαχθούν
στην υπέρ-ιδέα του είναι.
Στην ερώτηση περί της ουσίας της Επιστήμης, η απάντηση του Πλάτωνα είναι
ότι αυτή αποτελεί τη γνώση της αλήθειας του κόσμου των ιδεών. Όμως εμείς
γνωρίζουμε μόνο διαμέσου των υλικών κακεκτύπων των ιδεών και άρα η πρόσβαση
στην υπέρτατη αλήθεια-επιστήμη είναι προβληματική. Φτάνουμε έτσι σε σχετική
γνώση ή μερικό αγνωστικισμό. Επιπλέον οι ιδέες και τα υλικά αντικείμενα είναι ξεχωριστά. Δεν υπάρχει διάμεσος συνδετική κατάσταση
ανάμεσα τους που θα ευκόλυνε τη μελέτη του νοητού κόσμου. Μια λύση στο αδιέξοδο
αυτό ίσως θα ήταν η ενορατική σύλληψη των ιδεών ως καθαρή από αισθητικές
προσλήψεις γνώση. Πώς θα μπορούσαμε όμως να είμαστε απόλυτα σίγουροι για την
αλήθεια των ενορατικών μας συλλήψεων;
Το δεύτερο μέρος του διαλόγου Παρμενίδης απασχολείται με ερωτήματα όπως την
ταύτιση ενότητας και ύπαρξης, τη σχέση της πολλαπλότητας και της ενότητας, τις
ιδέες της ομοιότητας και της ανομοιότητας, του είναι και του ενός. Παρά τις αξιοπρόσεκτες επεκτάσεις που κάνει, η
βάση της πλατωνικής σκέψης είναι ελεατική. Το πλατωνικό εν είναι άφατο, γιατί
οποιαδήποτε περιγραφή και σύγκριση θα το αναιρούσε στην ουσία του. Η θέση αυτή
δεν θα άφηνε και πολλά περιθώρια στη νόηση του ενός, αν δεν υπήρχε η ταυτόχρονη
παραδοχή ότι αυτό μετέχει στο χρόνο και το γίγνεσθαι. Η χρονικότητα και η
μεταβολή δίνουν πρόσβαση για μελέτη και γνώση.
Το εν περιλαμβάνει τα πάντα, παρόλα αυτά είναι ενιαίο. Είναι όλα
συμπεριλαμβανομένου και του τίποτε. Η
πολλαπλότητα δεν είναι παρά η άλλη, η εξωτερική, η φαινομενική όψη της
βαθύτερης ενότητας των πάντων. Η σκέψη αυτή πλησιάζει την Ηρακλείτια ενότητα
των αντιθέτων. Σε αυτό συνηγορεί και το ότι το πλατωνικό «εν» περιλαμβάνει όλες
τις φαινομενικά αντιφατικές ιδιότητες. Είναι
και δεν είναι κατά την έκφραση που θα χρησιμοποιούσε ο Παρμενίδης. Στο
σημείο αυτό ο Πλάτωνας διαφωνεί με τον Ελεάτη, για το οποίο το μη είναι τυγχάνει πλήρως απροσδιόριστο.
Ο Αθηναίος θεωρεί ότι το τίποτε είναι κάτι άλλο, αλλά πάντως όχι μηδέν.
Επιπλέον και συμπληρωματικά με τα
ανωτέρω, αν το «ένα» είναι ανύπαρκτο τίποτε δεν υπάρχει, γιατί τα πάντα γεννούνται
από τη μονάδα, που ως μέτρο τα προσδιορίζει. Μετά από αυτή τη διανοητική
πανδαισία όπου όλα υπάρχουν και δεν υπάρχουν υπό προϋποθέσεις. ποια είναι η
τελική κρίση του Πλάτωνα περί της δυνατότητας της γνώσης; Ο διάλογος καταλήγει
ως εξής:
Πάντα πάντως εστί και ουκ έστι και φαίνεται τε και ου φαίνεται.
|
Ο Πλάτωνας είναι σκεπτικιστής ως προς τη δυνατότητα της γνώσεως. Ναι μεν
διεύρυνε σε κάποια σημεία τη σκέψη του Παρμενίδη, όμως απώλεσε σε ένα βαθμό την
απόλυτη βεβαιότητα της νόησης να κατακτήσει το είναι. Η Πλατωνική σκέψη όμως δεν είναι μηδενιστική. Προσδιορίζει
τα όρια της ανθρώπινης σκέψης. Σε κάποιο βαθμό μας λέγει ότι και ο Σωκράτης.
Ότι ο αληθινός σοφός, όσο περισσότερο γνωρίζει τόσο καταλαβαίνει ότι στην
καλύτερη περίπτωση θέτει τις ερωτήσεις, ενώ οι απαντήσεις είναι ανεξάντλητες.
Ότι η φιλοσοφία και η γνώση είναι ένας δρόμος χωρίς τέλος. Ότι το άπειρο
του δρόμου δεν πρέπει να μας απογοητεύει. Ότι πρέπει να συνεχίζουμε όσο
μπορούμε...Από την άλλη ο Πλάτωνας σε καμιά περίπτωση δεν ενστερνίζεται τον
υποκειμενισμό του Γοργία..
Στο Συμπόσιο, (211c8d1)με τη φωνή της Διοτίμας, το κάλλος περιγράφεται με τρόπο που θυμίζει το
Παρμενίδειο Ον. Η ομορφιά είναι κατά
την περιγραφή αιώνια. Ούτε γεννιέται, αλλά ούτε και πεθαίνει. Ούτε αυξάνεται,
αλλά ούτε και λιγοστεύει. Δεν διαφοροποιείται τοπικά ως προς τα χαρακτηριστικά
της. Είναι μοναδική και παντοτινή. Δεν εξαρτάται από τίποτε, ούτε είναι μέρος
ενός μεγαλύτερου συνόλου. Η ανάλυση αυτή μας θυμίζει την σφαιρική περιγραφή του
Όντος από τον Παρμενίδη, ο οποίος δείχνει δι’ αυτής το ομοιότροπο και
ομοιογενές της ύπαρξης. Ο Πλάτωνας συμπληρώνει τον Ελεάτη βάζοντας στα
χαρακτηριστικά της ύπαρξης το κάλλος.
Η ομορφιά λοιπόν ταυτίζεται με την αιώνια ύπαρξη του Όντος. Από την άλλη ο φθαρτός κόσμος των αισθήσεων, που είναι
γεμάτος αλλαγή, καταστροφή και αναδημιουργία είναι άσχημος. Η πραγματική
ομορφιά είναι άρα τέλεια, αμετάβλητη, αναλλοίωτη. Ότι μεταβάλλεται, ότι
διαφοροποιείται από την προοπτική των αισθήσεων δεν μπορεί να υπάρχει στα
αλήθεια, ούτε να έχει ομορφιά.
Υπό αυτή την έννοια ένα άγαλμα του Πραξιτέλη είναι όμορφο, γιατί φυλακίζει
την στιγμιαία, φθαρτή ομορφιά του ανθρώπινου σώματος στην αιωνιότητα. Από την
άλλη ένα φυσικό ανθρώπινο σώμα δεν είναι όμορφο, γιατί είναι δέσμιο της
φθοροποιού επίδρασης του χρόνου.
Στο Σοφιστή ο Πλάτων χαρακτηρίζει τον Παρμενίδη μέγα
(237α) Ο θαυμασμός του οφείλεται στην ανάδειξη της έννοιας του Μη Όντος. Για τον Πλάτωνα τίθεται όμως
τίθεται θέμα περαιτέρω διερεύνησης της υπόστασης του ανύπαρκτου. Το Μη Ον, αφού ονομάζεται πρέπει κατά τον
Αθηναίο φιλόσοφο να είναι κάτι. Σίγουρα δεν είναι Ον, αλλά αυτό δεν σημαίνει
ότι ταυτίζεται με το μηδέν. Όπως ο σκύλος δεν είναι άλογο, αλλά κάτι άλλο, έτσι
και το Μη Ον είναι απλά μια άλλη κατηγορία ύπαρξης. Κατά την έκφραση του στο
σχετικό απόσπασμα:
«Το μη ον έστι κατά τινα τρόπον, και ότι οπόταν το μη ον λέγωμεν, ως
έοικεν, ουκ εναντίον τι λέγομεν του όντος, αλλ’ έτερον μόνον» Σοφιστής 257β
Δηλαδή:
Το μηδέν, υπάρχει κατά κάποιο τρόπο και όποτε το αναφέρομε δεν το θέτομε
κατ’ αντιπαράταξη με την ύπαρξη (ως ανύπαρκτο δηλαδή), αλλά θεωρούμε ότι
είναι κάτι διαφορετικό .(πλην υπαρκτό)
|
Το είναι και το μη είναι αποτελούν συμπληρωματικές έννοιες
κατά Πλάτωνα και όχι αλληλοαναιρούμενες. Είναι διαφορετικές όψεις της ύπαρξης.
Στο διάλογο Θεαίτητος ο Πλάτων
ορίζει τη γνώση ως σύλληψη, αντίληψη και αίσθηση του είναι. Όχι μόνο αίσθηση, γιατί αυτή από μόνη της δεν μπορεί να
θεμελιώσει τη γνώση. Κατά την σχετική έκφραση:
«και ούτως δη ο μύθος απώλετο ο Πρωταγόρειος και όσος άμα ο της επιστήμης
και αισθήσεως ότι ταυτόν εστίν» Θεαίτητος 180c
Δηλαδή
Με αυτό τον τρόπο καταρρίπτεται η θέση του Πρωταγόρα περί ταυτίσεως αίσθησης και νοητικής αντίληψης του είναι.
|
Πλάτων και Παρμενίδης θα μπορούσαν να συμφωνήσουν ότι η αίσθηση προσφέρει
την πρώτη ύλη, την οποία ο νους δια της λογικής μπορεί να μετουσιώσει σε γνώση.
Η αίσθηση μόνη της μόνο δοξασίες, δηλαδή αστήρικτες απόψεις μπορεί κατ’ αυτούς
να γεννήσει. Ο Πλάτωνας όμως προεκτείνει περαιτέρω τις Παρμενίδειες απόψεις.
Χωρίζει τη δόξα σε εικασία και πίστη. Η
πρώτη είναι η ασθενής εντύπωση που δεν στηρίζεται σε λογικά ερείσματα και η
δεύτερη η ακλόνητη λογικοφανής δοξασία που όμως είναι, αυστηρώς ομιλούντες,
αναπόδεικτη. Την αλήθεια την αναλύει σε νόηση (διάνοια) και ενόραση (νου). Η
πρώτη είναι η επεξεργασία των δεδομένων δια της λογικής και η δεύτερη η αστραπιαία σύλληψη της αλήθειας δια νοητικού
άλματος. Ο Πλάτωνας είναι, όσο αφορά τη γνωσιολογία, ένας συνεχιστής του
Παρμενίδη, κάνοντας όμως τομές και προεκτάσεις επί της φιλοσοφίας του Ελεάτη.
Ο Πλάτωνας ορίζει την Επιστήμη ως «αληθή δόξα» Κατά το σχετικό απόσπασμα:
«έφη δε την μετά λόγου αληθή δόξαν επιστήμην είναι, την δε άλογον εκτός
επιστήμης» Θεαίτητος 201C
Δηλαδή
Ονόμασε τη λογικά τεκμηριωμένη άποψη Επιστήμη, ενώ έθεσε την άποψη που
δεν στηρίζεται στη λογική, εκτός επιστήμης.
|
Ο Πλατωνικός ορισμός της Επιστήμης είναι λοιπόν η λογικά τεκμηριωμένη γνώση
που αφορά όσα δια των αισθήσεων μπορούν να προσληφθούν και ακολούθως να τύχουν
νοητικής επεξεργασίας. Πέραν αυτής όμως, υπάρχει και η γνώση που αφορά όσα δεν
προσλαμβάνουν οι αισθήσεις. Βέβαια στο Μένωνα
διαφοροποιεί κάπως τους πιο πάνω ορισμούς. Συγκεκριμένα θεωρεί την «αληθή δόξα»
που έχει ως πρώτη ύλη αισθητηριακά δεδομένα ως παροδική και την καθαρά νοητική επιστήμη
ως αιώνια αλήθεια. Η λογική πρέπει να ξεχωρίζει τα μόνιμα στοιχεία από τα
παροδικά που μας προμηθεύουν οι αισθήσεις. Από τα εξωτερικά γνωρίσματα πρέπει
δια της αφαιρέσεως να συλλαμβάνει την ουσία. Από τα μερικά να φτάνει στα γενικά. Πλάτων και Παρμενίδης άρα τείνουν
να συμφωνήσουν ότι η γνώση είναι νοητική και όχι αισθητική διαδικασία, παρά τις
αντιφάσεις του πρώτου. Το νοείν κατά κύριο λόγο προϋποθέτει το είναι ως γνωστικό και όχι αισθητικό αντικείμενο.
Αμφότεροι συμφωνούν ότι το γνωστικό αντικείμενο είναι πεπερασμένο, αφού το
άπειρο είναι απροσδιόριστο και άρα δεν μπορεί να γίνει γνωστό συνολικά. Είναι επίσης
ασταθές και ατελές, γιατί δεν μπορεί να
οριστεί τελεσίδικα.
Στην Πολιτεία ο Πλάτωνας
παρουσιάζει τις άκριτες ανθρώπινες δοξασίες δια της αλληγορίας του σπηλαίου. Οι
εντός αυτού παγιδευμένοι άνθρωποι δεν μπορούν να δουν το φως και τα αντικείμενα
που βρίσκονται εκτός. Μόνο σκιές και αντανακλάσεις φτάνουν στο σκιερό χώρο της
αμάθειας. Η αλληγορία αυτή αφήνει απαισιόδοξο ή αισιόδοξο μήνυμα για τη
δυνατότητα του ανθρώπου για γνώση; Σίγουρα είναι δύσκολο θήραμα αλλά η
κατάκτηση της δεν είναι αδύνατη. Συμβολικό της πάλης του ανθρώπου με την αμάθεια
είναι και το ποίημα Φαίδρος. Η ψυχή
του ανθρώπου συμβολίζεται με άρμα, το οποίο σύρουν δύο ανταγωνιστικά άλογα. Το
ένα οδηγεί στη γνώση, το άλλο σύρει τον άνθρωπο προς τα πάθη και τα ένστικτα. Ο
Πλάτωνας διευρύνει την αρματοδρομία του Παρμενίδη, βάζοντας μέσα τα σκοτεινά
βάθη και πάθη της ανθρώπινης ψυχής. Μια πάλη γίνεται για την απελευθέρωση του
ανθρώπου από τα δεσμά της ύλης, της παροδικότητας, της άγνοιας, του θανάτου.
Μια πάλη με έπαθλο την νόηση του αιώνιου κόσμου των ιδεών. Αυτός που
συλλαμβάνει νοητικά τις ιδέες έχει
πλησιάσει την θεϊκή απάθεια....
Προσωπικά όμως δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος, ότι ο αγαθός ίππος υπερνικά
και οδηγεί την ανθρώπινη νόηση, στη συντριπτική πλειοψηφία της ανθρωπότητας....Από
την άλλη πάντα υπάρχει η ελάχιστη, εκλεκτή εκείνη μειοψηφία που το
κατορθώνει...
Στο Φαίδρο υπάρχει αναφορά και
στην ενόραση, η οποία είναι καθαρή νόηση. Πίσω από την αναφορά αυτή
ξαναβλέπουμε έμμεσα το Παρμενίδειο «το γαρ αυτό νοείν έστιν τε και είναι» Βλέπουμε τη γνώση ως καθαρό νοητικό άλμα που έρχεται ξαφνικά να
συλλάβει την ακίνητη ουσία, το σταθερό και αμετάβλητο πυρήνα της ύπαρξης. Ως
μια υπέρβαση του κόσμου των αισθήσεων, της επιφάνειας, του μερικού και του
γίγνεσθαι. Ως μια ξαφνική αφύπνιση του νου που βλέπει ξαφνικά την αλήθεια του Όντος εκεί που πριν δεν έβλεπε τίποτε.
Η στιγμιαία κατανόηση της ουσίας μας δίνει την αίσθηση ότι αυτή είναι προφανής.
Όταν κατακτήσεις την κορυφή του όρους, ο ορίζοντας σου μεγαλώνει....
Ο Πλάτωνας είχε ευρύτατο νοητικό ορίζοντα. Έφτασε σε όρος υψηλό,
δουλεύοντας και επεκτείνοντας της ιδέες του σοφού της Ελέας.
Αριστοτέλης
Ο Σταγειρίτης ασχολείται με τον Παρμενίδη κυρίως στα έργα του Μεταφυσική
και Φυσικά. Συγκρίνει τον φιλόσοφο
της Ελέας με τους συγχρόνους του (προσωκρατικούς) και τον θεωρεί ως τον
στοχαστή της γενιάς του που διατύπωσε την αρτιότερη θεωρία. Στηρίζει το
συμπέρασμα αυτό στη θέση ότι οι πολλαπλές αιτίες και τα όντα των άλλων
φιλοσόφων περιγράφουν τον απατηλό κόσμο του φαίνεσθαι, ενώ ο μονισμός του Παρμενίδη αγγίζει την ουσία της
ύπαρξης, δηλαδή το είναι. Αυτό
ορίζεται ως ενιαία οντότητα, λέγει ο Αριστοτέλης, γιατί το κενό είναι ανύπαρκτο
και άρα δεν μπορεί να διχοτομήσει το Ον.
Επιπλέον διαφωνεί με το Μέλισσο ως προς την άποψη ότι το Ον είναι άπειρο και θεωρεί την άποψη του Παρμενίδη περί σφαιρικού
και πεπερασμένου κόσμου ως πιο λογική.
Παρόλο που η λογική επιβάλλει στον Αριστοτέλη να δεχτεί ότι υπάρχει μόνο το
είναι, δεν ενστερνίζεται τον απόλυτο
μονισμό του Παρμενίδη. Ναι μεν θεωρεί το είναι
ως την ουσία, ως τη βαθύτερη και βέβαια υπόσταση του όντος. Από την άλλη όμως
δίνει στο μη είναι την υπόσταση του
δευτερεύοντος χαρακτηριστικού, του επιφανειακού και μη απολύτως τεκμηριωμένου
και παρόλα αυτά υπαρκτού. Επιπλέον
υποστηρίζει ότι «το ον πολλαχώς λέγεται» Μεταφυσικά 1026b» Ναι μεν η ουσία της ύπαρξης είναι μια.
Ναι μεν τα όντα μετέχουν της μίας και μόνης ουσίας και σε βαθύτερο επίπεδο «τα
πάντα είναι ένα». Όμως το Ον
ονομάζεται ποικιλοτρόπως και σε φυσικό επίπεδο υπάρχουν πληθώρα φαινομενικώς
αυτοτελώς όντων.
Ο Αριστοτέλης ψάχνει για την πρωταρχική αιτία της κίνησης, δηλαδή το
«πρώτον κινούν». Ονομάζει το αίτιο αυτό έρωτα. Από την άλλη ο Παρμενίδης θεωρεί
την κίνηση ως το απατηλό γνώρισμα του φαινομενικού κόσμου. Όμως το «πρώτον
κινούν» είναι ακίνητο και συνάμα όχι φυσική, αλλά μεταφυσική κατάσταση. Αν θεωρήσουμε
ότι το Παρμενίδειο Ον ταυτίζεται με
το μεταφυσικό κινητικό αίτιο του Αριστοτέλη, τότε προκύπτει ακόμα ένα σημείο
σύγκλισης των δύο γιγάντων της διανόησης.
Μπορούμε να ταυτίσουμε τη δόξα του Ελεάτη
με το «φυσικό» είναι του
Σταγειρίτη; Μάλλον όχι. Ο δεύτερος θεωρεί ότι η δόξα μπορεί να χωριστεί σε
αληθή και ψευδή, ενώ ο πρώτος την απορρίπτει συνολικά ως ανύπαρκτη.
Σε άλλο σημείο των μεταφυσικών του (Α185α) ο Αριστοτέλης πλησιάζει τις
θεωρίες του Ηράκλειτου και δείχνει να απομακρύνεται της σκέψης του Παρμενίδη.
Όχι πλέον μονισμός και ακινησία αλλά σύγκρουση των αντιθέτων και κίνηση. Υπό
αυτή τη σκοπιά το μη είναι δεν είναι
πλέον το ανύπαρκτο αλλά μέρος του δίπολου ύπαρξης ανυπαρξίας, που παράγει τη
κίνηση και το γίγνεσθαι του φυσικού κόσμου.
Επαναλαμβάνουμε με έμφαση όμως ότι ο φυσικός κόσμος δεν στερείται ύπαρξης
κατ’ ανάγκη για τον Αριστοτέλη, ενώ η ουσία του είναι θεωρείται μεταφυσικό αντικείμενο.
Στο έργο του Περί Ουρανού ο
Αριστοτέλης περιγράφει το μεταφυσικό είναι
ως πρότερο (αγέννητο) και ακίνητο. Εντούτοις ο Αριστοτέλης δεν απαξιώνει το
φυσικό. Θεωρεί ότι ο κόσμος της δόξας είναι επιδεκτικός συστηματικής έρευνας
από την οποία μπορεί να γεννηθεί δόκιμη γνώση. Η δόξα δεν είναι γι’ αυτόν κατ’
ανάγκη, το απατηλό περίβλημα αλλά πιθανός φορέας ουσίας. Μπορεί λοιπόν να
μελετηθεί και να παραγάγει την επιστήμη. Προκύπτει ότι ο Αριστοτέλης διαφωνεί
με τον Παρμενίδη στο σημείο αυτό γιατί, παρόλο το βάθος της σκέψης του Ελεάτη,
αυτός υποτιμά το φυσικό κόσμο και τις δυνατότητες μάθησης που περιέχει.
Παραμένει η πρόκληση της διάστασης του φυσικού με το μεταφυσικό. Ο
σημερινός άνθρωπος προόδεψε γιατί μελέτησε τα φυσικά φαινόμενα και άφησε στην
άκρη τα μεταφυσικά. Μια θεωρία των πάντων όμως, που θα ενοποιούσε τη φυσική με
τη μεταφυσική θα ήταν ένας λαμπρός στόχος. Η μυστική νοητική γνώση της ουσίας
της ύπαρξης σε συνδυασμό με την πειραματική γνώση των φυσικών φαινομένων. Η
ακίνητη ουσία του είναι σε συνδυασμό
με τον μεταβαλλόμενο κόσμο του γίγνεσθαι Μια συνδυαστική θεωρία η οποία θα
παντρεύει τη φυσική με τη μεταφυσική. Τον κόσμο της ακίνητης ουσίας -αλήθειας
με τη μεταβλητή δόξα. Μια πρόκληση για κάθε στοχαστή...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου