Τρίτη 16 Απριλίου 2019

Η Οντολογία του Παρμενίδη


Η έννοια του Όντος

Πριν μπούμε στην  Οντολογία κατά Παρμενίδη πρέπει να ορίσουμε το Ον. Ο ορισμός κατά τον μεγάλο διανοητή περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

1. Ον είναι αυτό που υπάρχει, σε αντιδιαστολή με το ανύπαρκτο.

2. Ο Παρμενίδης είναι ο πρώτος Ευρωπαίος στοχαστής, ο οποίος προσπάθησε να ορίσει το Ον διαμέσου των χαρακτηριστικών του, δηλαδή των δυναμικών στοιχείων, προϋποθέσεων και χαρακτηριστικών διαμέσου των οποίων  το Ον αποκτά υπόσταση.

3. Το Ον είναι νοητική οντότητα. Νόηση και είναι ταυτίζονται.

« Το γαρ αυτό νοείν εστίν τε και είναι» (απόσπασμα 3 )

Αυτό σημαίνει ότι το Ον ταυτίζεται με την έννοια του και ο τρόπος ύπαρξης του συλλαμβάνεται με τη νόηση. Κατ’ επέκταση ότι δεν υπάρχει δεν μπορεί να νοηθεί, είναι ασύλληπτο, αδιανόητο, αφανές και ανύπαρκτο μέσα στη σκέψη μας.
Η μελέτη του Όντος, κατά την Ελεατική σχολή γίνεται μόνο με τη λογική, ενώ η εμπειρία και οι αισθήσεις χωρίς το φίλτρο του λόγου μας παρέχουν μόνο μια απατηλή εντύπωση και άρα απορρίπτονται.
Η θεωρία πρέπει να είναι δομημένη μόνο με λογικά επιχειρήματα, χωρίς αναφορά στην εμπειρία, η οποία είναι απατηλή και ανίκανη να συλλάβει την ουσία του νοήματος.

4.Το Ον και το είναι αποτελούν διαφορετικές λέξεις, που ορίζουν όμως την ίδια πραγματικότητα.

5. Το είναι στη γενικότητα του ορίζεται από τους υλιστές ως το σύμπαν, δηλαδή το άπαν του κόσμου, που είναι υλικός. Οι ιδεαλιστές το ορίζουν ως την πραγματικότητα, η οποία είναι κατά βάση πνευματική και νοητική. Το είναι μελετάται με τη σκέψη, άρα ορίζεται ως το κατ’ εξοχήν αντικείμενο της. Ούτε σκέψη νοείται χωρίς ύπαρξη, ούτε ύπαρξη χωρίς τη σκέψη.
Η βαθύτατη ουσία της σκέψης-ύπαρξης είναι άπιαστη και με τους ορισμούς δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να κρύβουμε την άγνοια μας.

6. Ύπαρξη και ανυπαρξία: Μπορούν να διατυπωθούν οι ακόλουθοι ορισμοί, αναφορικά με τις υποθέσεις που μπορούμε να κάνουμε για την πραγματικότητα που κρύβουν οι αντιθετικές αυτές έννοιες και τη θέση του Παρμενίδη επί των θέσεων αυτών.

Συλλογισμός
Ορθότητα
Λάθος
Αναφορά στο ποίημα του Παρμενίδη
Το είναι υπάρχει

Η ήσυχη καρδιά της πειστικής αλήθειας (1.29)
Το είναι δεν υπάρχει

Αυτό ποτέ δεν πρέπει να υπερισχύσει ότι υπάρχουν πράγματα που δεν είναι (7.1-2)
Το μη είναι υπάρχει


Το μη είναι δεν υπάρχει

Η οδός που είναι εντελώς αδύνατο να γνωρίσεις(2.7)
Το είναι και το μη είναι ταυτόχρονα υπάρχουν

(οι θνητοί ) θεωρούν ότι η ύπαρξη και η μη ύπαρξη είναι το αυτό 6.8-9
Το είναι και το μη είναι ταυτόχρονα δεν υπάρχουν

Ομοίως 6.8-9

Τα χαρακτηριστικά του Όντος

Κατωτέρω θα παρουσιάσουμε τα χαρακτηριστικά του Όντος, σύμφωνα με τις παραδοχές και τις θέσεις του Παρμενίδη.

1. Αγέννητο

Όπως ο χριστιανικός θεός υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει για πάντα, έτσι και το Παρμενίδιο Ον, το οποίο όμως είναι φυσικό και μπορούμε να το ταυτίσουμε με τον κόσμο. Ο Παρμενίδης αποδεικνύει τη θέση αυτή με τους ακόλουθους λογικούς συλλογισμούς. Αν το Ον είχε μια αιτιακή αρχή αυτή θα μπορούσε να είναι :

1.1. Το μη είναι. Το ανύπαρκτο όμως δεν μπορεί να γίνει υπαρκτό. Από το τίποτε μόνο τίποτε μπορεί να προκύψει και από το μηδέν μόνο το μηδέν. Ακόμα όμως και υπόσταση να είχε το μηδέν, που δεν την έχει, πώς θα μπορούσε να σχηματοποιηθεί στο είναι; Στο σημείο αυτό βλέπουμε τη διαισθητική σύλληψη της αρχής της διατήρησης της ενέργειας, που αποτελεί τη βάση της σύγχρονης επιστήμης.
Το Μη Ον δεν μπορεί λοιπόν να δημιουργήσει το είναι και άρα δεν είναι η αιτία του. Με βάση το απόσπασμα 8. 6-10

«Ποιος θα μπορούσε να το γεννήσει; (το ον) Δεν επιτρέπω να σκεφθείς ότι γεννήθηκε από το μη είναι, αφού ούτε να το νοήσεις δεν μπορείς. Και ποια ανάγκη θα μπορούσε να κάνει την ύπαρξη να φυτρώσει από την ανυπαρξία του τίποτε;»

1.2 Το είναι δεν μπορεί να αποτελεί την αιτία του Όντος. Αν υπήρχε ένα άλλο ον, θα έπρεπε να τεθούν τα ίδια ερωτήματα για τη δική του αρχική αιτία που θα έπρεπε να ήταν ένα άλλο ον και το πισωγύρισμα δεν θα είχε τέλος. Άρα η ύπαρξη είναι σταθερή και αμετάβλητη χωρίς γενεσιουργό αίτιο.
Ούτε το είναι μπορεί να εκπέσει στο μηδέν διότι το μηδέν είναι ανύπαρκτο και ότι υπάρχει δεν μπορεί δια μαγείας να εξαφανιστεί. Οι ακόλουθοι χαρακτηριστικοί στίχοι φανερώνουν τα ανωτέρω:

Πώς δ’ αν έπειτα πέλοι το εόν; Πως δ’ αν κε γένοιτο; Ει γαρ έγεντ’ ουκ έστι, ουδ ει πότε μέλλει έσεσθαι»
Δηλαδή...Πώς μπορεί αυτό που είναι να χαθεί; Από τι θα μπορούσε να είχε γεννηθεί; Διότι αν γεννήθηκε δεν ήταν, όπως αν θα είναι κάποια ημέρα, δεν είναι σήμερα 8.18-20

2. Άχρονο και αιώνιο

Σε αντίθεση με τον Ηράκλειτο που συλλαμβάνει την πραγματικότητα στο πλαίσιο του χρόνου και της αέναης μεταβολής, ο Παρμενίδης πρεσβεύει την ακινησία του Όντος και την ύπαρξη του στο παρόν. Λέγει χαρακτηριστικά στον στίχο 5 του 8ου αποσπάσματος:

Ουδέ ποτ’ ην ουδ’ εσταί, επεί νυν έστιν ομού παν, εν, συνεχές
Δηλαδή:(Το ον) ούτε ήταν ούτε θα είναι, αλλ’ υπάρχει στο (αιώνιο) παρόν, ένα, ενιαία ολότητα, συνεχές.

Ο χρόνος και η κίνηση είναι μια ψευδαίσθηση για τον Παρμενίδη. Δεν υπάρχει το χθες ούτε και το αύριο, γιατί το πρώτο πέρασε και το δεύτερο είναι ασύλληπτο. Υπάρχει το τώρα το οποίο ζούμε, το είναι όμως δεν περιορίζεται  υπαρξιακά στην στιγμή του παρόντος, αλλά εκτείνεται στην άχρονη αιωνιότητα, την οποία μια υποθετική ύπαρξη που δεν θα βρισκόταν εγκλωβισμένη στις τρεις διαστάσεις, θα βίωνε ως ενιαία οντότητα σε ένα σύμπαν πολλών διαστάσεων. Ο χρόνος δεν είναι παρά μια επιπλέον διάσταση την οποία η ατελής νόηση μας συλλαμβάνει ως κίνηση από το παρελθόν στο μέλλον με μεταίχμιο το παρόν.
Το είναι βιώνει ένα άχρονο παρόν. Η δίκη δεν του επιτρέπει ούτε να γεννηθεί ούτε και να πεθάνει (8.13-14). Η ανάγκη (συμπαντική νομοτέλεια ) το «συγκρατεί μέσα στις αλυσίδες του ορίου» (8.30) και η μοίρα το αναγκάζει να παραμείνει ολόκληρο και ακίνητο.
 
3. Άφθαρτο και αμετάβλητο

Παρά τη φαινομενική πολυπλοκότητα, η ουσία του κόσμου δεν αλλάζει. Η ίδια ύλη αποτελεί το Ον, παρόλο που η ανθρώπινη αντίληψη εστιάζει κάθε φορά σε διαφορετικό μέρος και βλέπει μεταβολή. Η ενότητα είναι αμετάβλητη, γιατί αν μεταβαλλόταν σημαίνει ότι θα ήταν φθαρτή και άρα υποκείμενη στη γέννηση και το θάνατο. Το Ον χαρακτηρίζεται ακλόνητο [ατρεμές] και ολοκληρωμένο [ τελεστόν]. Ο τελευταίος όρος επαναφέρει την αιώνια υπόσταση. Το Ον δεν γεννήθηκε, ούτε θα πεθάνει. Δεν υπόκειται σε φθορά, έστω κατ’ ελάχιστον.
Επιπλέον, τι θα ήταν εκείνο που θα μπορούσε να μεταβάλει και εξελίξει την ύπαρξη; Σίγουρα όχι ο εαυτός της, εφόσον ποιοτικά και ποσοτικά είναι αμετάβλητη. Ποιοτικά γιατί δεν υπάρχουν κατηγορίες ύπαρξης μόνο (απόλυτη ) ύπαρξη και (απόλυτη) ανυπαρξία και τίποτε το ενδιάμεσο που μπορεί να τα συνδυάζει μπορεί να νοηθεί. Ποσοτικά αμετάβλητη γιατί η κραταιή ανάγκη και η στυγνή λογική βεβαιώνει ότι τίποτε δεν μπορεί να υπάρξει δια μαγείας. Όπως διατρανώνεται στο 8.26-28

«(το Ον) ακίνητο δεμένο με ισχυρές αλυσίδες, χωρίς αρχή και τέλος γιατί γέννηση και θάνατος εξορίστηκαν μακριά του. Η αληθής πίστη τις απέρριψε»
Οι ισχυρές αλυσίδες συμβολίζουν τη συμπαντική νομοτέλεια την οποία κανείς δεν μπορεί να υπερβεί. Όπως θα έλεγε και ο Ηράκλειτος:

«Ήλιος γαρ ουχ υπερβήσεται μέτρα. Ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι Εξευρήσουσιν» Πλούταρχος, Περί φυγής 11, 604α Δηλαδή:.......
Ο ήλιος (θεός) δεν θα υπερβεί τα (καθορισθέντα από τη φυσική νομοτέλεια) μέτρα. Αν το κάνει θα τον επαναφέρουν σε τάξη οι ερινύες, οι βοηθοί της δίκης.

Αν όμως η ύπαρξη δεν μπορεί να εξελίξει και να μεταβάλει τον εαυτό της, ούτε και η ανυπαρξία μπορεί. Από το μηδέν μόνο μηδέν, ενώ ότι υπάρχει είναι άφθαρτο και αμετάβλητο στο θεμελιώδες επίπεδο. Η αδυναμία δημιουργίας ύπαρξης από το μηδέν της ανυπαρξίας δίνεται από τους ακόλουθους στίχους.

Ουδέ ποτ’ εκ’ μη όντος εφήσει πίστιος ισχύς Γίγνεσθαι τι παρ’ αυτό. Του είνεκεν ούτε γενέσθαι. Δηλαδή:
«η δύναμη της πειθούς δεν θα αφήσει ποτέ να γεννηθεί κάτι από το τίποτε και (να προστεθεί) πλάι σε αυτό, αφού η δίκη δεν επιτρέπει να γεννηθεί ή να πεθάνει, χαλαρώνοντας τα δεσμά, διότι αυτή το συγκρατεί» 8. 12-13 

Η αφθαρσία της συνολικής ύπαρξης του σύμπαντος μπορεί να συσχετισθεί με τη σύγχρονη αρχή της διατήρησης της ενέργειας. Αν το σύμπαν είναι πεπερασμένο, τότε επιδέχεται αλλαγές τοπικά. Όμως η συνολική ύλη και ενέργεια που περιέχει παραμένει αμετάβλητη. Η ανωτέρω διατύπωση αντανακλά την επιστημονική θέση και έρχεται σε αντίθεση με την υπόθεση της δημιουργίας του κόσμου εκ του μηδενός που διδάσκει η Βίβλος.

4. Ενιαίο και αδιαίρετο

Επειδή το Ον είναι αγέννητο, ούτε δημιουργήθηκε από κάποια αιτία, είναι ένα και μονολιθικό. Είναι ολόκληρο και τέλειο, αφού δεν μπορεί να μεταβληθεί προς το καλύτερο. Ως τέτοιο δεν μπορεί να χωριστεί σε μέρη, είναι δηλαδή αδιαίρετο και συνεχές. Αυτό ο Παρμενίδης το αποδεικνύει με τον ακόλουθο συλλογισμό. Ας υποθέσουμε ότι κάτι παρεμβάλλεται ανάμεσα στα μέρη του είναι και το διαιρεί. Αυτό θα μπορούσε να είναι μόνο το Μη Ον αφού δεχτήκαμε μόνο το χωρισμό Όντος και Μη Όντος. Όμως το ανύπαρκτο Μη Ον δεν μπορεί να χωρίσει κάτι που υπάρχει και το είναι παραμένει άρα ενιαίο και αδιαχώριστο.
Η Παρμενίδεια θέση φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, ολοφάνερα λανθασμένη, εφόσον μπορούμε με τις αισθήσεις να συλλάβουμε τα άπειρα όντα της φύσης. Σε βαθύτερο επίπεδο όμως ο ενισμός έχει νόημα. Τα όντα που συλλαμβάνουν οι αισθήσεις μοιράζονται το μοναδικό γεγονός της ύπαρξης. Η ύπαρξη είναι το μόνο που υπάρχει, είναι ο κοινός παρονομαστής των επιμέρους όντων. Σε ένα βαθύτερο επίπεδο τα πάντα είναι ένα, γιατί είναι μέρη μιας μεγαλύτερης ενότητας. Είναι οι κουκίδες που αποτελούν το μεγάλο σχέδιο του σύμπαντος κόσμου. Ενώ δε η αντίληψη μας με τα αισθητήρια όργανα συλλαμβάνει τα επιμέρους όντα, ο νους συλλαμβάνει το σύμπαν, ως το ενιαίο υπερσύνολο, ως την μεγάλη εικόνα, την οποία σχηματοποιούν οι επίπλαστες, επιμέρους υπάρξεις.
 Η έννοια της ζωής μπορεί επίσης να μας βοηθήσει να συλλάβουμε την ενότητα του Όντος. Έτσι ενώ υπάρχουν άπειρα ζωντανά όντα, όλα μοιράζονται τη ζωή που είναι η μια και μοναδική ποιότητα που συνέχει και μορφοποιεί τα οικοσυστήματα. Η δε ζωή είναι η μοναδική οδός δια της οποίας το οικοσύστημα υπάρχει. Ο θάνατος δεν είναι οδός γιατί είναι απρόσιτος και απροσπέλαστος στη νόηση και μη υπαρκτός για να τον ζήσει κανείς. Το αδιαίρετο του Όντος φαίνεται στο απόσπασμα 4.2

ου γαρ αποτμήξει το εόν του εόντος έχεσθαι ούτε σκιδνάμενον πάντη πάντως κατά κόσμον. Δηλαδή
«Είναι αδύνατο να αποκόψεις αυτό που είναι (το μέρος της ύπαρξης) από αυτό που είναι. (την ολότητα της ύπαρξης). Ούτε να το διασπείρεις μπορείς, ούτε να το συγκεντρώσεις»

5. Μοναδικό και ανεπανάληπτο

Η ενότητα του Όντος αυτονόητα συνεπάγεται την μοναδικότητα του, αφού δεν υπάρχει άλλη δυνατότητα ύπαρξης και συνεπακόλουθα δυνατότητα διαφοροποίησης του μέρους από το όλο. Πέραν αυτού δεν υπάρχει τίποτε άλλο, γιατί αν υπήρχε θα ήταν μέρος του είναι. Με βάση τους στίχους 23, και 25 του 8ου αποσπάσματος:

«Ουδέ διαιρετόν εστίν επεί παν εστίν όμοιον...Τω ξυσεχές παν εστίν...  δηλαδή:
«Ούτε είναι διαιρετό σε μέρη το ον, εφόσον είναι καθ’ ολοκληρίαν ομοιογενές και αδιαφοροποίητο...είναι ολόκληρο και συνεχές....»

Οι στίχοι αυτοί σχηματοποιούν όσα έχουμε πει στις δύο τελευταίες παραγράφους, αφού, αν η ύπαρξη περιοριζόταν από κάτι «άλλο», τότε  το «άλλο» θα ήταν επίσης υπαρκτό και θα είχαμε όχι ενιαίο, αλλά πολλαπλό ον.
Ο Πλάτωνας στον Σοφιστή διασώζει την ελεατική διδασκαλία για τη μοναδικότητα της ύπαρξης με τα ακόλουθα λόγια:

«Οι Ελεάτες, ωστόσο, στο δικό μας μέρος του κόσμου, λένε ότι τα πράγματα έχουν πολλά ονόματα αλλά μια φύση». Σοφιστής 242δ

Ερμηνεύω τα ονόματα ως τις εμπειρικές δοξασίες για τα αντικείμενα. Η μοναδική φύση είναι η ιδιότητα της ύπαρξης που ορίζει το κοινό γνώρισμα όλων των όντων και δηλώνει ότι όλα αποτελούν ένα πράγμα σε ένα βαθύτερο επίπεδο. Η φαινομενική πολλαπλότητα δημιουργείται από την άλογη ερμηνεία των προσλήψεων των αισθήσεων από τους ανθρώπους.
Αν υπήρχε, ένα «δεύτερο ον», αυτό πως θα μπορούσε να διαχωριστεί από το πρώτο; Προφανώς με κάποια διαφορετικά χαρακτηριστικά. Γιατί αν ήταν πανομοιότυπο πώς θα μπορούσε να ξεχωρίσει από το αρχικό; Όμως τα χαρακτηριστικά της ύπαρξης είναι δοσμένα από τους ορισμούς του Παρμενίδη.. Άρα το «δεύτερο ον» δεν θα πληρούσε τα χαρακτηριστικά της ύπαρξης. Κυριολεκτικά θα ήταν το Μη Ον, δηλαδή το αδιανόητο μηδέν. Συμπερασματικά η πλήθυνση του Όντος αποκλείεται.

6. Ακίνητο ως σύνολο
Σε αντίθεση με τον Ηράκλειτο που διδάσκει τη συνεχή μεταβολή, άρα και κίνηση του Όντος, ο Παρμενίδης υποστηρίζει ότι αυτό είναι ακίνητο. Ο συλλογισμός του Ελεάτη απλός. Αν όλα αποτελούν ενιαία οντότητα και τίποτε δεν υπάρχει πέραν αυτής, τότε υποχρεωτικά το Ον είναι ακίνητο, αφού δεν υπάρχει τίποτε πέραν αυτού για να επεκταθεί ή να κινηθεί μέσα του. Δεν μπορεί η ύπαρξη να επεκταθεί στο μηδέν γιατί αν αυτό ήταν εφικτό το μηδέν θα ήταν κάτι, θα είχε υπόσταση ύπαρξης, πράγμα άτοπο.
Ο στίχος 8.37 δηλώνει την ακινησία της ύπαρξης με τα ακόλουθα λόγια:

Άλλο πάρεξ του εόντος, επεί το γε Μοιρ’ επέδησεν
Δηλαδή....«η μοίρα αναγκάζει το Oν να παραμείνει ολόκληρο και ακίνητο»

Η ακινησία επιτυγχάνεται μέσα από δεσμούς ισχυρών αλυσίδων. Αυτές, μεταφορικά, δηλώνουν  τη λογική αναγκαιότητα, που αναγκάζει το Ον να μένει μαζί , ακλόνητο και ατρεμές. Ο μαθητής του Παρμενίδη, ο Ζήνωνας, με τα περίφημα παράδοξα του, προσπάθησε να αποδείξει την ακινησία της ύπαρξης. Ο γρήγορος Αχιλλέας δεν μπορεί να φτάσει ποτέ την πολύ αργή χελώνα γιατί, μέχρι να καλύψει το μεσοδιάστημα που τους χωρίζει, αυτή θα προχωρήσει δημιουργώντας νέο μεσοδιάστημα. Το βέλος πρέπει να περάσει από άπειρα σημεία, άρα χρειάζεται άπειρο χρόνο για να καλύψει ένα πεπερασμένο διάστημα κ.ο.κ.
Η θέση για την αδυναμία της κίνησης θεωρήθηκε από πολλούς ως ο απόλυτος παραλογισμός. Ο Αντισθένης ο κυνικός, όταν άκουσε τα επιχειρήματα του Ζήνωνα κατά της κίνησης, απαξίωσε να τα καταρρίψει με λογικά επιχειρήματα. Αντί αυτού σηκώθηκε και έφυγε, δείχνοντας έτσι το εφικτό της κίνησης. Η εξήγηση για τα παράδοξα του Ζήνωνα είναι προφανής, σε όποιο γνωρίζει στοιχειώδη Μαθηματικά. Ένα άθροισμα άπειρων όρων δεν δίνει πάντοτε άπειρο αποτέλεσμα.

Για παράδειγμα το άθροισμα ½ + ¼ + 1/8 + 1/16+......., όπου κάθε επόμενος όρος είναι ο μισός του προηγούμενου, δεν θα ξεπεράσει ποτέ τη μονάδα, όσους όρους και να προσθέσεις, εφόσον αποτελούν άθροισμα όρων φθίνουσας γεωμετρικής προόδου...

Η κίνηση είναι μια πραγματικότητα στο σύμπαν των τριών διαστάσεων, όπου τα όντα συλλαμβάνουν μόνο στιγμιότυπα. Δεν είμαι σίγουρος όμως αν κάτι τέτοιο ισχύει στις 4 διαστάσεις, όπου ο χρόνος δεν είναι παρά μια ακόμα διάσταση και όχι ένα ποτάμι που ρέει στο μονόδρομο από το παρελθόν προς το μέλλον. Η ύπαρξη του Παρμενίδη μπορεί να αναπαρασταθεί με ακίνητη σφαίρα τεσσάρων διαστάσεων.

7. Τέλειο και περατό

Το Ον είναι τέλειο κατά τον Παρμενίδη, δηλαδή ολοκληρωμένο, ισόρροπο, συντελεσμένο και άρα ανεπίδεκτο οποιασδήποτε βελτίωσης. Είναι αυτάρκες, απομονωμένο και ανεξάρτητο από οτιδήποτε άλλο. Κατ’ ακρίβεια δεν υπάρχει οτιδήποτε άλλο, γιατί δεν υπάρχει ποιοτική διαφοροποίηση στα επιμέρους της ύπαρξης για να νοηθούν ως ξεχωριστές αυτοτελείς υπάρξεις. Η αδυναμία μεταβολής δηλώνει τελειότητα, αφού αν το Ον ήταν ατελές, θα βρισκόταν σε διαρκή κίνηση μέχρι να βρεθεί σε κατάσταση ισορροπίας, τείνοντας προς ένα τέλος, δηλαδή σκοπό. Λέγει χαρακτηριστικά ο στίχος 8.32

«ούνεκεν ουκ ατελεύτητον το εόν θέμις είναι»Δηλαδή......
Δεν επιτρέπεται σε αυτό που είναι [το ον] να είναι ατελές.

Η αλλαγή ισοδυναμεί με ατέλεια και η κίνηση με τρεπτότητα, φθορά, μη ύπαρξη σε τελικό στάδιο. Η ακινησία του Όντος μας θυμίζει την τελειότητα, το άτρεπτο και το αμετάβλητο της ουσίας του χριστιανικού θεού.

8. Πεπερασμένο

Το πεπερασμένο είναι πλήρες, ορισμένο, ολοκληρωμένο, τέλειο, ακέραιο. Το Παρμενίδειο Ον δεν μπορεί να είναι άπειρο, γιατί η έλλειψη περάτων ακυρώνει τα προαναφερθέντα  χαρακτηριστικά. Το άπειρο είναι ατελές, απροσδιόριστο ως σύνολο, μια χαοτική κατάσταση χωρίς αρχή και τέλος, άμορφο, αδιαμόρφωτο και κατά συνέπεια κινητό.  Η λογική αναγκαιότητα και η ανάγκη είναι τα επιχειρήματα του Ελεάτη σοφού για να μας πείσει για το πεπερασμένο του Όντος. Το διατυπώνει χαρακτηριστικά στους στίχους 29-33 του 8ου αποσπάσματος:

« Ταυτόν τ’ εν ταυτώ τε μένον καθ’ αυτό τε κείτε χούτως έμπεδον αυθί μένει. Κρατερή γαρ Ανάγκη πείρατος εν δεσμοίσιν έχει, το μιν αμφίς εέργει, ούνεκεν ουκ ατελεύτητον,»  δηλαδή....
Το Oν μένει ίδιον μέσα στον εαυτό του, κατοικεί στον εαυτό του και έτσι παραμένει σταθερό. Η ανάγκη το συγκρατεί μέσα στα όρια του, όμοια με αλυσίδες, γιατί δεν επιτρέπεται να είναι ατελές. (άπειρο)

Το άπειρο κατά τον Παρμενίδη μπορεί να ταυτιστεί με το μη είναι και όσο και να φαίνεται παράδοξο με το μηδέν. Αυτό δεν αφίσταται των συγχρόνων μαθηματικών αφού το μηδέν είναι το απείρως μικρό, ένα απροσδιόριστο ον μικρότερο και από το ελάχιστο που θα μπορούσε να νοηθεί. Άρα το μηδέν είναι ένα ιδιόρρυθμο άπειρο, αφού δια της νοήσεως δεν μπορεί να διεκδικήσει οντότητα. Ομοίως η απείρως μεγάλη ποσότητα δεν μπορεί να νοηθεί συνολικά, αφού ξεπερνά κάθε ορισμένη ποσότητα οσοδήποτε μεγάλη. Το απείρως μεγάλο και το απείρως μικρό δεν είναι όντα, γιατί ο νους δεν μπορεί να τα συλλάβει ως τέτοια και να τα περιγράψει με ορισμούς.
Υπό αυτή την έννοια ο Ελεάτης απορρίπτει τη θέση του Αναξίμανδρου ότι το άπειρο είναι η αιτία του κόσμου, γιατί μια τέτοια παραδοχή ισούται με τη δημιουργία του παντός εκ του μηδενός. Πώς εξηγούσε όμως το γεγονός ότι ο κόσμος φαίνεται να μην έχει όρια; Το επόμενο χαρακτηριστικό ίσως δίνει την απάντηση.

9. Σφαιρικό

Το Παρμενίδειο Ον ταυτίζεται με μια πεπερασμένη σφαίρα. Όπως χαρακτηριστικά δηλώνεται στους στίχους 8.42-43

Αυτάρ επεί πείρας πύματον, τετελεσμένον εστί πάντοθεν, ευκύκλου σφαίρης εναλίγκιον όγκω     δηλαδή...
«όμως αφού έχει ένα έσχατο όριο, είναι ολοκληρωμένο, σαν τον όγκο (τέλειας) ολοστρόγγυλής σφαίρας, η οποία από το κέντρο της απλώνεται εξίσου προς κάθε μεριά»

Η σφαίρα και ο κύκλος χαρακτηρίζουν γενικά την τελειότητα στην αρχαιοελληνική φιλοσοφία. Το γεγονός ότι όλα τα σημεία της επιφάνειας της  απέχουν εξίσου από το κέντρο καθώς και η συμμετρικότητα του στερεού, προβάλλονται από τον Ελεάτη για να τονίσουν το ομοιόμορφο, ισόρροπο, ισότροπο και  ενιαίο του όλου της ύπαρξης. Η κυκλική τελειότητα της ύπαρξης δηλώνεται χαρακτηριστικά από το απόσπασμα 5:

«Ξυνόν δε μοι έστιν, οππόθεν άρξωμαι. Τόθι γαρ πάλιν ίξομαι αύθις»
Δηλαδή......«Είναι συνηθισμένο για μένα να επιστρέφω πάλιν εκεί που ξεκίνησα»

Η σφαιρικότητα του Όντος συνδέεται και με την ομοιογένεια, την οποία θα σχολιάσουμε πιο κάτω. Επίσης το γεγονός ότι τα σημεία της επιφάνειας απέχουν το ίδιο από το κέντρο δηλώνει την απόλυτη δομή της ύπαρξης. Η ύπαρξη απέχει το ίδιο από την ανυπαρξία παντού και πάντοτε. Δεν υπάρχουν σκιές, ασάφειες, επαμφοτερίζουσες καταστάσεις, γκρίζα σημεία όπου το είναι τέμνεται από το μη είναι. Υπάρχει μόνο το ένα και το μηδέν, το «εόν και το μη εόν».
Η σφαίρα σαφώς ορίζεται από την ακτίνα της και δεν μπορεί η επιφάνεια της να απομακρυνθεί πέραν αυτής. Το ίδιο και η ύπαρξη δεν μπορεί να αποξενωθεί από τα χαρακτηριστικά της. Όπως η σφαίρα είναι η ίδια από όποια πλευρά την εξετάσουμε, έτσι και το Ον είναι το ίδιο, ανεξάρτητα από την νόηση που το ερευνά. Όπως μια συμπαγής σφαίρα όμοιας πυκνότητας δεν μπορεί να νοηθεί ως άθροισμα υλικών ή κράμα μετάλλων, έτσι και η ύπαρξη δεν μπορεί να διαχωριστεί σε βαθμούς και ποιότητες.
Η εικόνα της σφαίρας είναι δηλωτική του ενισμού και δεν εκφράζει κυριολεκτική υποστήριξη ότι το σύμπαν είναι σφαιρικό. (Χωρίς να το αποκλείει όμως). Επιπλέον δίνει μια αλληγορική εξήγηση γιατί ο κόσμος φαίνεται να μην έχει μια αρχή ή ένα τέλος. Όπως η επιφάνια του κύκλου δεν έχει όρια, παρά ταύτα είναι πεπερασμένη, έτσι και ο κόσμος.
 
10. Νοειτό και ταυτισμένο με το αντικείμενο που το νοεί

Το Ον συλλαμβάνεται με τη νόηση, η οποία είναι η απόδειξη της ύπαρξης του. Ότι δεν συλλαμβάνεται νοητικά τεκμαίρεται  ως ανύπαρκτο.

«Το γαρ αυτό νοείν εστίν τε και είναι» Δηλαδή ....«Η νόηση και η ύπαρξη ταυτίζονται»

Σκεφτόμαστε κάτι που υπάρχει και ότι δεν νοούμε είναι απλησίαστο, άγνωστο και τελικά ανύπαρκτο. Διατυπώνω με επιφύλαξη τη σκέψη ότι άποψη αυτή δεν πρέπει να είναι απολύτως ορθή. Πώς εξηγούμε το γεγονός ότι νοούμε, ατελώς έστω, το Μη Ον; Ας επιστρέψουμε όμως στην επιχειρηματολογία του Παρμενίδη.
 Το είναι υπάρχει, από τη στιγμή που υπάρχει ένας λογικός νους που το νοεί. Ο άνθρωπος είναι ως πρόσωπο αλλά είναι και ως νόηση που συλλαμβάνει και μορφοποιεί τον κόσμο. Η ύπαρξη είναι νόηση, αφού, επαναλαμβάνουμε, δεν περιγράφεται από την αισθητηριακή εμπειρία. Αυτό τεκμηριώνει η προτροπή της θεάς:

Αλλά συ τησδ’ αφ’ οδού διζήσιος είργε νόημα. Μηδέ σ’ έθος πολύπειρον οδόν κατά την δε βιάσθω, νωμάν άσκοπον όμμα και ηχήεσσαν ακούην και γλώσσαν, κρίναι δε λόγω πολύδηριν έλεγχον  εξ’ εμέθεν ρηθέντα     δηλαδή...

«Αλλά εσύ, απομάκρυνε τη σκέψη σου από αυτήν την οδό της έρευνας  και μην αφήσεις την μακρόχρονη συνήθεια να σε αναγκάσει να ακολουθήσεις αυτήν την οδό, να χρησιμοποιήσεις δηλαδή τα μάτια που δεν βλέπουν, το αυτί που αντηχεί και τη γλώσσα» 7.2-5

Στους στίχους 8 34-37 έχουμε την εκπληκτική ταύτιση της συνείδησης που νοεί με το Ον που νοείται. Λέγει χαρακτηριστικά ο Ελεάτης:

Ταυτόν δ’ εστί νοείν τε και ούνεκεν έστι νόημα. Ου γαρ άνευ του εόντος, εν ώι πεφατισμένον έστιν ευρήσεις το νοείν. Ουδέν γαρ <ή» έστιν ή έσται άλλο πάρεξ του εόντος              δηλαδή.....
«Το ίδιο πράγμα είναι αυτό που σκέπτεται και το αντικείμενο της σκέψης, γιατί, σ’ ότι λεχθεί κατόπιν σκέψης δεν υπάρχει τίποτε πραγματικό χωρίς το Ον, που είναι το μόνο υπαρκτό»

Η ύπαρξη του κόσμου είναι αλληλένδετη με το νου που σκέφτεται, είναι μια σκεπτομορφή αδιανόητη χωρίς το νου. Όπως δεν υπάρχει τηλεοπτική εικόνα χωρίς τηλεόραση, έτσι και το Ον «χάνεται» μόλις εκλείψει ο ύστατος νους που το νοεί.  Σκέψη και ύπαρξη συνυπάρχουν σε ένα αιώνιο σφιχταγκάλιασμα, σαν δύο εραστές σε αιώνια ατελεύτητη συνουσία. Ο κόσμος υπάρχει, γιατί τον σκεπτόμαστε. Χωρίς τη νόηση καμιά προσέγγιση της ύπαρξης δεν μπορεί να γίνει. Η λογική σκέψη είναι το φως του κόσμου. Φωτίζει αυτό που υπάρχει και το ελευθερώνει από τα σκοτάδια της ανυπαρξίας.

11. Η απόλυτη αλήθεια

Το είναι ταυτίζεται όχι μόνο με την ύπαρξη, αλλά και με την αλήθεια. Αποτελεί το μόνο υπαρκτό και εξ’ ορισμού αληθινό, αφού η νοητική σύλληψη του έχει αντίκρισμα  στην πραγματικότητα. Σε αντίθεση  το μη είναι  ορίζεται ως  ασύλληπτο. Κατά συνέπεια κάθε περί αυτού δοξασία δεν μπορεί να αποδειχθεί ως αληθής ή ψευδής. Πώς να επαληθεύσεις την ορθότητα  Όντος αδιανόητου, άφατου και ανύπαρκτου;
 Η οδός προσπέλασης του Όντος είναι επίσης αληθινή, επειδή είναι μοναδική. Αν ταυτίσουμε την παρμενίδεια οδό με τη λογική, είναι αναπόφευκτο να είναι η μόνη αληθινή, όχι μόνο λόγω της δομής της, αλλά γιατί ερευνά την ύπαρξη, που είναι επίσης μοναδική. Η Παρμενίδεια σύλληψη της πραγματικότητας είναι μονομερής. Αποκρυσταλλώνεται στην τριλογία:

Ένα Ον, μια οδός έρευνας του όντος, μια αλήθης περιγραφή της ύπαρξης..


Οι στίχοι 50-51 του αποσπάσματος 8 δίνουν την έμμεση ταύτιση της ύπαρξης με την αλήθεια. Αυτό γιατί η λέξη αλήθεια μπαίνει στη θέση του είναι χωρίς αλλαγή του νοήματος.
«Εν τω σοι παύω πιστόν λόγον  ηδέ νόημα αμφίς αληθείης. Δόξας δ’ από τούδε βροτείας»
Δηλαδή....Εδώ ολοκληρώνω για σένα τον αξιόπιστο συλλογισμό μου και τη σκέψη μου σε σχέση με την αλήθεια και αρχίζω την παρουσίαση των δοξασιών των θνητών.

Προφανώς το απόσπασμα επισημαίνει ότι οι παράλογες και αστήρικτες δοξασίες των ανθρώπων που είναι αντιφατικές βρίσκονται στον αντίποδα της αλήθειας και άρα τεκμαίρονται ως ψευδείς. Μη είναι = ψεύδος.
Υπάρχουν δύο οδοί, αλλά μόνο μια αλήθεια. Δεν μπορούν και οι δύο δρόμοι να είναι αληθινοί. Αρκεί να αποδείξουμε ότι ο ένας δρόμος δεν κρύβει την αλήθεια. Τότε υποχρεωτικά ο δεύτερος είναι αληθινός. Η αλήθεια είναι όπως έχουμε ήδη καταδείξει. Κατά συνέπεια το ψεύδος δεν είναι. Ύπαρξη και αλήθεια ταυτίζονται. Αναλήθεια και ανυπαρξία επίσης. Ότι είναι αληθινό υπάρχει. Ότι είναι ψευδές απλώς  δεν έχει έρεισμα ύπαρξης.
Η αλήθεια δεν έχει λάθος. Η ορθότητα της είναι απολύτως βέβαιη, εξαιτίας της προϋπάρχουσας αξιόπιστης αποδεικτικής μεθόδου. Δεν υπάρχει λιγότερη ή περισσότερη αλήθεια. Ούτε σχετική αλήθεια. Το αληθινό είναι απόλυτο μέγεθος όπως η ύπαρξη και καμιά αμφισημία, ή αβεβαιότητα δεν μπορεί να το περιορίσει. Μια δοξασία περνά πρώτα από την αποδεικτική δοκιμασία. Αν την περάσει αποκτά ύπαρξη και έρεισμα αληθείας. Η πιο κάτω σχηματική παράσταση δείχνει τα προαναφερθέντα.

Δοξασία (αμφίβολη ύπαρξη)→ επιτυχής αποδεικτική δοκιμασία  → βεβαία ύπαρξη  → αλήθεια.

12. Ομοιογενές

Δεν υπάρχει ποιοτική διαφοροποίηση μέρους του Όντος από τον εαυτό του. Δεν υπάρχει βαθμός ύπαρξης, ούτε μπορούμε να πούμε ότι το Α μέρος είναι περισσότερο υπαρκτό από το Β. Ένα ημι-υπαρκτό Ον θα ήταν το ισοδύναμο της αντίφασης.  Το γεγονός της ύπαρξης είναι απόλυτο. Είτε υπάρχει το Ον είτε όχι. Το ενδιάμεσο είναι λογικά αδιανόητο. Πώς μπορεί κάτι να υπάρχει και να κατατρώγει ταυτόχρονα τα σπλάχνα του η ανυπαρξία; Η αδιαπραγμάτευτη αυτή θέση υποστηρίζεται στους στίχους 8. 22-24

Ουδέ διαιρετόν έστιν, επεί παν έστιν όμοιον..Ουδέ τι τη μάλλον, το κεν είργοι μιν συνέχεσθαι, Ουδέ τι χειρότερον, παν δ’ έμπλεον έστιν εόντος.    Δηλαδή...
«Δεν είναι περισσότερο στο ένα μέρος και λιγότερο στο άλλο, γιατί αυτό θα το καθιστούσε ασυνεχές, ούτε αλλού είναι αραιότερο, αλλά  ολόκληρο είναι γεμάτο από το είναι»

Το ομοιογενές της ύπαρξης μπορούμε να το δούμε στην βαθύτατη υποατομική δομή της ύλης. Παρ’ όλη τη φαινομενική ποικιλομορφία της φύσης αυτή αποτελείται μόνο από λεπτόνια και κουάρκς παντού και πάντοτε. Η εποπτικοποίηση των εσχάτων σωματιδίων με αδιαίρετες σφαίρες δηλώνει την ομοιογένεια. Δεν μπορείς να διαλύσεις ένα λεπτόνιο ή ένα κουάρκ. Απλώς υπάρχουν σε ένα απόλυτο, θεμελιώδες επίπεδο. Το ίδιο και στο μεγάκοσμο δεν μπορείς να χωρίσεις την ύπαρξη με την ανυπαρξία. Είναι ομοίως απόλυτο μέγεθος.

13. Αντικείμενο επίπονης αναζήτησης και έρευνας

Όπως θα έλεγε και ο Ηράκλειτος, αυτοί που ψάχνουν πολύτιμα μέταλλα, σκάβουν ένα βουνό χώμα για να βρουν ένα κόκκο χρυσάφι. Η έρευνα δεν είναι μόνο επίπονη αλλά και μονοσήμαντη, αφού ακολουθεί μόνο μια γνήσια και βατή οδό. (2.1-5). Το Ον δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο γνώσης εξ αποκαλύψεως ή άλλως πως,  αλλά δια της λογικής νοητικής έρευνας και μόνον.

14. Υποκείμενο με επιτυχία σε πολύπλευρο έλεγχο

Κάθε ισχυρισμός πρέπει απαραίτητα να τεκμηριώνεται, με συνεκτικό διασταυρωμένο τρόπο αφού «σε σχέση με αυτό υπάρχουν πολλές αποδείξεις ότι αυτό που είναι υπάρχει»

Τα ακόλουθα ερωτήματα μπορούν να τεθούν ως κριτήρια αξιολόγησης της κρίσης.

1. Είναι σωστή η μέθοδος της κριτικής αξιολόγησης;

2. Ανεξάρτητα και συμπληρωματικά με το Α, χρησιμοποιείται η μέθοδος ορθά;

3. Αντέχει το υποκείμενο της κρίσεως τη βάσανο της αλήθειας; Έχει ύπαρξη ή φτάνουμε δια της δοκιμασίας στην αντίφαση και άρα στο μηδέν;

15 .Ασυνδύαστο  και μη διασπειρώμενο

Επαναλαμβάνουμε για πολλοστή φορά ότι δεν υπάρχουν βαθμίδες ύπαρξης. Δεν υπάρχει κλίμακα μεταξύ του  είναι και του μη είναι. Δεν υπάρχει δυνατότητα ανάμειξης. Δεν υπάρχει συνδυασμός των δύο καταστάσεων. Δεν υπάρχει δυνατότητα τροπής από τη μια κατάσταση στην άλλη. Γι’ αυτό όσο  απροσπέλαστη και αδιανόητη είναι η οδός του μη είναι, άλλο τόσο προβληματική θα ήταν, αν υπήρχε, μια οδός που θα συνδύαζε τις δύο οδούς. Όσο συνάφεια έχουν το είναι και το μηδέν, τόση υπόσταση έχει η οδός που θα επιχειρούσε να τα συνδυάσει

Η πιο πάνω αναφορά ολοκληρώνει, κατά το δυνατόν, τη σύντομη παρουσίαση της Οντολογίας του Παρμενίδη. Μιας αξιοσημείωτης νοητικής θεωρίας, της οποίας τα πορίσματα θεμελιώνουν την αναζήτηση της γνώσης ως σήμερα...



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου